- εγχειρίδιο
- Βιβλίο μικρού σχήματος, το οποίο –με τρόπο σαφή και λεπτομερειακό– περιλαμβάνει τις ουσιώδεις γνώσεις για ένα συγκεκριμένο θέμα. Για πολλούς αιώνες τα βιβλία που προορίζονταν για τη μόρφωση και τη θρησκευτική λατρεία παρουσιάζονταν ως τεράστιοι τόμοι. Μόνο μερικές συλλογές αποφθεγμάτων και ηθικών αξιωμάτων είχαν εύχρηστο σχήμα. Χαρακτηριστικό του είδους αυτού είναι το περίφημο Εγχειρίδιο του Επίκτητου. Ύστερα από την εφεύρεση της τυπογραφίας, ο Άλδος Μανούτιος εισήγαγε τον μικρό τόμο σε σχήμα ε. (enchiridii forma). Όμως, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως Το μαντικό εγχειρίδιο και η τέχνη της σύνεσης του Μπαλτάσαρ Γκραθιάν ή το Εγχειρίδιο των ψαράδων, αρκετά διαδεδομένο στη Γαλλία του 17ου αι., το ε. με τη σύγχρονη έννοια εμφανίστηκε τον 18o αι., όταν λόγω της διάδοσης των νέων ιδεών, της αυξανόμενης ανάγκης για γνώση και του επιμελημένου έργου των εγκυκλοπαιδιστών, διαπιστώθηκε η ανάγκη βιβλίων πραγματικά κατάλληλων για τη διάδοση της παιδείας. Ο όρος ε. –που αναφερόταν αρχικά μόνο σε επιστημονικά έργα– χρησιμοποιήθηκε αργότερα για να χαρακτηρίσει κάθε είδους πραγματείες. Το ε. χρησιμοποιείται τώρα σε κάθε τομέα της γνώσης.
* * *το (AM ἐγχειρίδιος, -ον)το ουδ. ως ουσ. μικρό βιβλίο που περιέχει τις κυριότερες γνώσεις σε μια επιστήμη («εγχειρίδιο βοτανικής»)αρχ.Ι. 1. μικρό μαχαίρι, στιλέτο, κάμα2. χειροκίνητο εργαλείοεπίθ. ἐγχειρίδιος, -οναυτός που κρατιέται στο χέρι.
Dictionary of Greek. 2013.